
Τι είναι η ουρική αρθρίτιδα;
Η ουρική αρθρίτιδα είναι μια φλεγμονώδης πάθηση των αρθρώσεων.
Προσβάλλει πιο συχνά τους άνδρες από τις γυναίκες σε αναλογία 5:1 και συνήθως εμφανίζεται μετά την πέμπτη δεκαετία.
Αναφέρεται επίσης ως «ποδάγρα» λόγω της συχνής εντόπισης στη 1η μεταταρσοφαλαγγική άρθρωση (μεγάλο δάκτυλο ποδιού). Ωστόσο, επειδή μπορεί να επηρεάσει περισσότερες από μία αρθρώσεις, ο όρος αυτός δεν χρησιμοποιείται πλέον.
Ποια είναι η αιτία της νόσου;
Η ουρική αρθρίτιδα ονομαζόταν επίσης «ασθένεια των βασιλιάδων» λόγω της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ και κρέατος.
Η ουρική αρθρίτιδα οφείλεται στην εναπόθεση μέσα και γύρω από τις αρθρώσεις κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου εξαιτίας της μεγάλης αύξησης των επιπέδων ουρικού οξέος στο αίμα.
Παράγοντες που την πυροδοτούν
Οι παράγοντες που μπορούν να πυροδοτήσουν την ουρική αρθρίτιδα είναι:
Διατροφικοί παράγοντες λόγω υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ και ροφημάτων που περιέχουν φρουκτόζη, καθώς και υπερκατανάλωσης κρέατος και θαλασσινών.
Γενετικοί παράγοντες, όπου αλλαγές στα τρία γονίδια (SLC2A9, SLC22A12 και ABCG2) διπλασιάζουν τον κίνδυνο εμφάνισης ουρικής αρθρίτιδας.
Προβλήματα υγείας και συννοσηρότητες όπως μεταβολικό σύνδρομο, πολυκυτταραιμία, δηλητηρίαση από μόλυβδο, νεφρική ανεπάρκεια, αιμολυτική αναιμία, ψωρίαση και μεταμοσχεύσεις οργάνων.
Τέλος, φαρμακευτικά σκευάσματα όπως διουρητικά, νιασίνη, ασπιρίνη, ανοσοκατασταλτικά φάρμακα όπως κυκλοσπορίνη, τακρόλιμους, ειδικά ο συνδυασμός κυκλοσπορίνης με υδροχλωροθειαζίδη.
Ουρική αρθρίτιδα – Συμπτώματα
Η συχνότερη εκδήλωση κρίσης ουρικής αρθρίτιδας εντοπίζεται στη βάση του μεγάλου δακτύλου του ποδιού (1η μεταταρσοφαλαγγική άρθρωση).
Στην άρθρωση παρατηρούνται ερυθρότητα, ευαισθησία, οίδημα και θερμότητα.
Μπορεί να προσβληθούν και άλλες αρθρώσεις λιγότερο συχνά, όπως το γόνατο, ο αστράγαλος και ο ταρσός, και ακόμα σπανιότερα ο καρπός, ο αγκώνας και οι αρθρώσεις του χεριού.
Ο πόνος είναι οξύς και έντονος. Ο ασθενής αναφέρει χαρακτηριστικά ότι λόγω του πόνου δυσκολεύεται να περπατήσει και ότι δεν μπορεί να αντέξει ούτε το βάρος των σεντονιών. Εκτός από τον πόνο, μπορεί να συνυπάρχουν και άλλα συμπτώματα όπως κόπωση και πυρετός σε σπάνιες περιπτώσεις.
Διάγνωση της νόσου
Λόγω της χαρακτηριστικής κλινικής εικόνας της ουρικής αρθρίτιδας με την προσβολή της 1ης μεταταρσοφαλαγγικής άρθρωσης, η διάγνωση τίθεται ακόμη και χωρίς τη διενέργεια εργαστηριακών εξετάσεων.
Η εργαστηριακή εξέταση του ουρικού οξέος μπορεί να δείξει αυξημένα επίπεδα, αλλά μπορεί να είναι και φυσιολογική στο 30%. Αν η κλινική εικόνα δεν είναι χαρακτηριστική και η διάγνωση αβέβαιη, τότε συνιστάται παρακέντηση της άρθρωσης και ανάλυση του αρθρικού υγρού. Με τη χρήση πολωτικού μικροσκοπίου ανιχνεύονται χαρακτηριστικοί κρύσταλλοι ουρικού μονονατρίου στο αρθρικό υγρό, θέτοντας έτσι τη διάγνωση. Από την καλλιέργεια του αρθρικού υγρού απομονώνονται τυχόν μικρόβια για τη διαφορική διάγνωση της σηπτικής αρθρίτιδας, η οποία μπορεί να έχει παρόμοια κλινική εικόνα αλλά απαιτεί διαφορετική θεραπεία. Ο προσδιορισμός του ουρικού οξέος στα ούρα 24ώρου δείχνει αν η υπερουριχαιμία του ασθενούς οφείλεται σε αυξημένη παραγωγή ή μειωμένη αποβολή. Τέλος, η εντυπωσιακή και εντός 24 ωρών ανταπόκριση στη χορήγηση κολχικίνης θεωρείται από ορισμένους ως διαγνωστικό κριτήριο.
Ουρική αρθρίτιδα – Θεραπεία
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της οξείας κρίσης είναι:
· Κολχικίνη
· Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα
· Γλυκοκορτικοειδή
Σε σοβαρή ανθεκτική μορφή πυώδους ουρικής αρθρίτιδας, συνιστώνται αναστολείς της IL-1.
Για τη θεραπεία των υψηλών επιπέδων ουρικού οξέος υπάρχουν φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή ουρικού οξέος, αυξάνουν την αποβολή του, καθώς και νεότερα που μιμούνται τη δράση ενός ενζύμου (ουρικάση) το οποίο λείπει από τον άνθρωπο και για αυτό τον λόγο αυξάνονται τα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα.
Παράγοντες που συμβάλλουν στην πρόληψη της ουρικής αρθρίτιδας:
· Αλλαγή των διατροφικών συνηθειών του ασθενούς. Τρόφιμα που περιέχουν υψηλά ποσοστά πουρινών όπως: κόκκινο κρέας (μοσχάρι, χοιρινό και αρνί), λιπαρά ψάρια και θαλασσινά (τόνος, γαρίδες, αστακός και χτένια) πρέπει να μειωθούν από τη διατροφή του.
· Αποφυγή κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών (κυρίως μπύρας).
· Η καθημερινή επαρκής πρόσληψη υγρών (8-16 ποτήρια ημερησίως) βοηθά στην απομάκρυνση του ουρικού οξέος από το σώμα.
· Μείωση του σωματικού βάρους του ασθενούς. Ο έλεγχος της διατροφής και η κατανάλωση τροφών χαμηλών σε κορεσμένα λιπαρά αυξάνουν την ικανότητα του οργανισμού να αποβάλλει το ουρικό οξύ.
· Αποφυγή επαναλαμβανόμενων μικροτραυματισμών κατά τη διάρκεια ασκήσεων ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
· Εφόσον είναι δυνατόν και με τη συμβουλή του θεράποντος ιατρού, πρέπει να γίνεται διακοπή και αντικατάσταση ορισμένων φαρμάκων που αυξάνουν το ουρικό οξύ στο αίμα.